- Τανάγρα
- Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 230 μ.), στην πρώην επαρχία Θηβών, του νομού Βοιωτίας. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της επαρχίας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (28 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκει και ένας μεγαλύτερος οικισμός, η Παναγία (υψόμ. 155 μ.).
Η αρχαία Τ. βρισκόταν χτισμένη στην αριστερή όχθη του Ασωπού. Η πόλη ήταν από τις σπουδαιότερες της περιοχής και ήκμασε από τους μυκηναϊκούς (όπως αποδεικνύουν ανασκαφικά ευρήματα) έως τους ρωμαϊκούς χρόνους.
Η πόλη των ιστορικών χρόνων, που ήταν και η μόνη γνωστή μέχρι πριν από λίγα χρόνια, βρισκόταν κοντά στο σημερινό Σχηματάρι, περίπου 5 χλμ. ΝΑ, στον λόφο Γκριμάδα. Εκεί ήρθαν στο φως 2 χώροι οικισμών και 2 νεκροταφεία των μυκηναϊκών χρόνων περίπου 500 μ. Α της σημερινής Τ. Μετά τη μυκηναϊκή εποχή η Τ. είναι γνωστή από ευρήματα τάφων των γεωμετρικών και των αρχαϊκών χρόνων. Περισσότερο γνωστή είναι η πόλη των ιστορικών και των μεταγενέστερων χρόνων: χτισμένη σε οχυρό λόφο, περιβαλλόταν από τείχος 3 χλμ., το οποίο γκρεμίστηκε το 456 π.Χ., και είχε υπό τον έλεγχό της μεγάλες και εύφορες εκτάσεις, στις οποίες έβοσκαν πολλά ποίμνια· έτσι εξηγείται και το όνομα της T.: Ποιμανδρία ή Ποιμανδρίς. Μυθολογικός ιδρυτής της Τ. ήταν ο Ποίμανδρος, προτομή του οποίου έφεραν τα νομίσματά της των ρωμαϊκών χρόνων. Η Τ. εξακολούθησε να ακμάζει και κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους και μαζί με τις Θεσπιές ήταν οι μόνες βοιωτικές πόλεις, που διατηρούσαν εικόνα της παλαιάς ακμής. Τα κατάλοιπα της πόλης των χριστιανικών χρόνων είναι ελάχιστα: λείψανα ναού με ψηφιδωτό δάπεδο.
Η ζωή της αρχαίας πόλης, όπως και τα μνημεία της, είναι γνωστά από τους αρχαίους συγγραφείς κυρίως και από αποσπασματικές ανασκαφές. Η πόλη ήταν το επίκεντρο των κωμών της Ταναγραϊκής, οι οποίες περιλάμβαναν τον Ελεώνα, το Άρμα, τη Μυκαλησσό, και τις Φαρές. Αρχαιότατους κατοίκους της Ταναγραϊκής ο Ηρόδοτος θεωρεί τους Γεφυραίους (Φοίνικες), τους οποίους φέρει μαζί με τον Κάδμο στη Βοιωτία. Στην Τ. των ιστορικών χρόνων φαίνεται πως συνεχίστηκε η λαμπρή παράδοση των εικονογραφημένων μνημείων (λαρνάκων). Ο Δικαίαρχος μιλάει για τον πλούτο των εγκαυστικών τοιχογραφιών, που στόλιζαν τα σπίτια της πόλης. Παράλληλα προς την ιδιωτική αυτή άνεση και καλλιτεχνία η Τ. διέθετε πλήθος δημόσια ιδρύματα. Ο Παυσανίας μνημονεύει ιερό του Διόνυσου με λατρευτικό άγαλμα του θεού, έργο του Πραξιτέλη, και με άγαλμα του Τρίτωνα εξαίρετης τέχνης. Υπήρχαν επίσης ναοί της Θέμιδας του Απόλλωνα, της Αφροδίτης, του Ερμή Κριοφόρου και του Ερμή Προμάχου όπως και θέατρο διακοσμημένο με εικόνα της ντόπιας ποιήτριας Κόριννας. Από τα λείψανα των ευρημάτων αυτών, που έφεραν στο φως ελληνικές ανασκαφές του τέλους του 19ου αι., ορατά είναι σήμερα μόνο τμήματα του θεάτρου.
Κατά τους κλασικούς χρόνους η Τ. έκοψε νομίσματα πρώτη από όλες τις πόλεις της βοιωτικής ομοσπονδίας και πιθανότατα για λογαριασμό τους.
Αρχαιολογία, τέχνη. Τα οικιστικά κέντρα της μυκηναϊκής Τ. δεν ερευνήθηκαν ακόμα συστηματικά· ερευνήθηκαν όμως δύο εκτεταμένες νεκροπόλεις της ίδιας εποχής στις θέσεις Γέφυρα και Δέντρο, περίπου 200 (μέχρι το 1971), θαλαμοειδείς τάφοι, λαξευμένοι στο μαλακό ασβεστολιθικό πέτρωμα των χαμηλών λόφων, που καταλήγουν προς τα Β στην κοιλάδα του αεροδρομίου της Τ. Οι τάφοι, πυκνά και με σχέδιο λαξευμένοι ώστε να καταλαμβάνεται όλος ο διαθέσιμος χώρος, έχουν ποικίλα σχήματα, από ελλειψοειδή έως στρογγυλά και από τραπεζοειδή έως ακανόνιστα τετράπλευρα. Τα έθιμα ταφής δεν διαφέρουν από τα γνωστά και συνήθη στα υπόλοιπα μυκηναϊκά νεκροταφεία. Η καινοτομία που παρουσιάζουν οι νεκροπόλεις της T., μοναδική σχεδόν στον ελλαδικό χώρο, είναι η ευρεία χρησιμοποίηση πήλινων σαρκοφάγων (λαρνάκων) για την ταφή των νεκρών, που έχουν όλες σχήμα κασέλας και μιμούνται ακριβώς τους ξύλινους φωριαμούς, που υπήρχαν στα σπίτια των Μυκηναίων της Τ. Οι διαστάσεις των λαρνάκων είναι σχετικά μικρές: σε μήκος δεν υπερβαίνουν το 1,10 μ., το μέσο πλάτος τους είναι 0,50 μ. και το ύψος 0,60 μ. Ο νεκρός τοποθετείται στη λάρνακα ύπτιος, το κεφάλι του ωθείται προς τη γωνία της λάρνακας, τα πόδια συμπτύσσονται στα γόνατα, κυριολεκτικά το σώμα του νεκρού συσφίγγεται, πιθανότατα πριν ψυχθεί και ωθείται στον χώρο της λάρνακας, στο κάλυμμα της οποίας τοποθετούνται αγγεία, ειδώλια και άλλα κτερίσματα. Στις γωνίες του καλύμματος ανοίγονται αβαθείς υποδοχές, όπου συγκρατούνται πήλινα ακρωτήρια, τα οποία δημιουργούνται από συνδυασμό λατρευτικών συμβόλων του κρητομυκηναϊκού κύκλου (διπλό κρέας, δίσκο) και επιστρέφονται από περίεργη φτερωτή μορφή χθόνιου και υπέργειου χαρακτήρα.
Η σημασία των λαρνάκων της Τ. είναι μεγάλη για τον μυκηναϊκό θρησκευτικό βίο και πολιτισμό: εξωτερικά φέρουν άριστα διατηρημένες παραστάσεις συμβόλων και μορφών σε τελετουργικές πράξεις συνδεόμενες με τον νεκρό, την ταφή, τις επικήδειες γιορτές, ενώ το πλήθος τους και ο εικονιστικός τους πλούτος δημιουργούν μια εξαίρετη κωδικοποίηση του λατρευτικού και θρησκευτικού κύκλου των μυκηναϊκών χρόνων. Παράλληλα, οι εικονιστικές και διακοσμητικές παραστάσεις των λαρνάκων αποτελούν λαμπρό υλικό μελέτης του ενδύματος, των επίπλων και της καθημερινής ζωής της μυκηναϊκής αρχαιότητας, εμπλουτισμένο μάλιστα με τα πλουσιότατα ταφικά κτερίσματα: αγγεία με παραστάσεις, ειδώλια, ζώδια, θρόνους, κοσμήματα από υαλόμαζα, σφραγίδες, χάλκινα όπλα και εργαλεία κ.ά.
Ο εθιμοτυπικός και συμβολιστικός κύκλος του θεματολογίου των παραστάσεων των λαρνάκων είναι ο εξής: τον πρώτο ρόλο στις επικήδειες τελετουργίες κατέχουν οι γυναίκες· θρηνήτριες και κηδεύτριες του νεκρού παρουσιάζονται σε ζωφόρους ή μεμονωμένες με τα χέρια υψωμένα προς το κεφάλι· στις στενές πλευρές των λαρνάκων, οι γυναίκες παριστάνονται στατικότερες, ως επιτομή των χορών, που αναπτύσσονται στις μακρές πλευρές: ο επικήδειος θρήνος συνοδεύεται από όρχηση των γυναικών. Μπορεί έτσι να θεωρηθεί πως οι λάρνακες της Τ. δίνουν μια πρώτη παράσταση τραγικού χορού, ενώ μια άλλη άποψη βλέπει εδώ την πρώτη αναφορά στη γένεση της τραγωδίας ως συγκερασμό του θρήνου και του χορού. Άλλες ομάδες γυναικών ασχολούνται με την πρόθεση και την ταφή του νεκρού, άλλες παρακολουθούν την εκφορά από παράθυρα και άλλες, πιο απομακρυσμένες, καταλαμβάνουν τις μακρές και στενές πλευρές των λαρνάκων σε μετόπες. Γυναίκες έχει θεραπαινίδες και λειτουργούς και ο συμβολιστικός παραστατικός κύκλος των λαρνάκων, και τον συμβολιστικό κύκλο των παραστάσεων συμπληρώνουν πουλιά, φυτά και πλοία, είτε ως αλληγορικές εικόνες είτε ως μέσα της επιθανάτιας εξυπηρέτησης της ψυχής. Ιδιαίτερα αξίζει να αναφερθεί παράσταση ταυροκαθαψίας, στη μακρά πλευρά μιας λάρνακας, γιατί συνδέει και το αγώνισμα αυτό προς την επικήδεια λατρεία.
Γενικά οι μυκηναϊκές νεκροπόλεις της T., που χρονολογούνται περίπου στα 1400-1180 π.Χ., έδωσαν νέο πολύτιμο υλικό για τη μελέτη του μυκηναϊκού πολιτισμού. Για πρώτη φορά συναντώνται εδώ θέματα γνωστά μόνο σε μεταγενέστερες ιστορικές περιόδους, όπως η πρόθεση του νεκρού και η εκφορά του, τα οποία γνωρίζαμε μόνο από τα αττικά γεωμετρικά αγγεία. Η ολοκληρωμένη μελέτη του υλικού, ένα μέρος του οποίου εκτέθηκε σε ειδική αίθουσα του Μουσείου της Θήβας, θα λύσει πολλά προβλήματα.
Η μοναδικότητα των λαρνάκων στον χώρο της μυκηναϊκής Τ. δεν ερμηνεύτηκε ακόμα. Λογικά βέβαια η σκέψη πάει στην Κρήτη, όπου οι λάρνακες είναι τόσο συχνές· υπάρχουν όμως ικανές διαφορές μεταξύ των ταφικών μνημείων των δύο περιοχών. Ο εικονογραφικός κύκλος των λαρνάκων της Τ. έχει ευρύτερο θεματολόγιο. Τεχνοτροπία, σύμβολα και μορφές βρίσκονται βέβαια μέσα στο κοινό πολιτιστικό αμάλγαμα του κρητομυκηναϊκού πολιτισμού. Παρά το γεγονός αυτό τα άλλα ευρήματα των νεκροπόλεων της Τ. έχουν ρυθμό και σχήματα γνήσια ελλαδικά. Η μινωική επίδραση, αν είχε ασκηθεί αφομοιώθηκε και προσαρμόστηκε προς ελλαδικές εκφράσεις και παραδόσεις. Αναλυτικότερα και διαφωτιστικά στοιχεία της ζωής και του πολιτισμού της περιοχής ελπίζεται πως θα δώσει η έρευνα των δύο οικιστικών κέντρων της Τανάγρας.
Ταναγραίες κόρες. Μικρά αγάλματα που βρέθηκαν σε τάφους της T., στις ανασκαφές του 1870-89. Ανήκουν σε διάφορους τύπους και εποχές. Τα ειδώλια αυτά παριστάνουν γυναίκες με μακριά ενδύματα και από τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. με διάφορες ενδυμασίες. Τα μικρά αυτά αγάλματα είναι κατασκευασμένα από τους καλλιτέχνες της Τανάγρας με πολλή χάρη και δεξιοτεχνία. Ο συχνότερος τύπος Ταναγραίας είναι με περιβολή περιπάτου, χιτώνα δηλαδή και ύφασμα που περιτυλίγει το σώμα και τους βραχίονες. Άλλες Ταναγραίες έχουν στο κεφάλι κάλυμμα σε κωνικό σχήμα, ή κρατούν στα χέρια βεντάλια, καλάθι ή άλλα αντικείμενα. Άλλες κάθονται σε βράχο και ρεμβάζουν, χορεύουν ή παίζουν. Η γυναικεία τρυφερότητα και χάρη απεικονίζεται στα μικρά αυτά αγάλματα, με πολύ αληθινό και απλό τρόπο. Αξιοσημείωτο είναι, ότι ποτέ δύο ειδώλια δεν είναι εντελώς όμοια, αν και χρησιμοποιούσαν συχνά για την κατασκευή τους τις ίδιες μήτρες. Αυτό οφείλεται σε μικρές αλλαγές στον βραχίονα, στη βεντάλια ή στους χρωματισμούς της ενδυμασίας. Ο χρωματισμός των Ταναγραίων ήταν πολύ ζωηρός. Συνήθως τα ενδύματα χρωματίζονταν ελαφρά ρόδινα, τα μαλλιά ξανθά, τα υποδήματα κόκκινα. Τα γυμνά μέρη του σώματος χρωματίζονταν στο φυσικό χρώμα του δέρματος.
Παράλληλα με τις Ταναγραίες δημιουργήθηκε στην Τ. και ο τύπος των εφήβων. Τα μικρά αυτά αγάλματα κοσμούσαν τα σπίτια και τους ναούς ή τα τοποθετούσαν στους τάφους μαζί με τους νεκρούς.
Μεγάλη συλλογή Ταναγραίων υπάρχει στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας καθώς και σε εκείνο της Αλεξάνδρειας στην Αίγυπτο.
αναγραίες κόρες του τέλους του 4ου π.Χ. αιώνα. Η κοροπλαστική της Τανάγρας, που άρχισε, όπως απέδειξαν οι ανασκαφές, από τους μυκηναϊκούς χρόνους, έφτασε στο απόγειο της κατά τα μέσα του 4ου π.χ. αιώνα και συνεχίστηκε ως το 200 π.Χ. περίπου με τη φαντασία, την ανεπιτήδευτη καλαισθησία και τους ζωηρούς χρωματισμούς της, έδωσε την πιστότερη και χαριέστερη εικόνα τρυφερότητας και φιλαρέσκειας. (Θήβα, Μουσείο).
Μερικά ευρήματα από τους μυκηναϊκούς τάφους της Τανάγρας: ένα ειδώλιο ταύρου (Μουσείο, Θήβα).
Ειδώλιο τύπου Ψ: και τα αντικείμενα και ο χρωματικός διάκοσμος διατηρούνται άριστα. (Αρχαιολογικό Μουσείο, Θήβα).
Ένας θρόνος (Αρχαιολογικό Μουσείο, Θήβα).
Ταναγραία κόρη του τέλους του 4ου π.Χ. αιώνα. (Θήβα, Μουσείο).
Λάρνακα διακοσμημένη με κυνηγετικές σκηνές (Αρχαιολογικό Μουσείο, Θήβα).
* * *η / Τάναγρα, ΝΜΑπόλη τής Βοιωτίαςαρχ.ως προσηγ. χάλκινο μαγειρικό σκεύος, χύτρα («ἀγγεῑον χαλκοῡν, ἐν ᾧ ἤρτυον τὰ κρέα», Ησύχ.).[ΕΤΥΜΟΛ. Κατά την επικρατέστερη εκδοχή < ταναός «μακρός, τεταμένος, υψηλός» (< τείνω) + ἄγρα «κυνήγι»].
Dictionary of Greek. 2013.